Monday, November 27, 2006

ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΟΤΑΝ





Είχε αφήσει πάνω στά χέρια
στό δέρμα τού προσώπου
τίς εικόνες διάφανες -
όπως ήταν τά μάτια
καί τά βλέμματα πού άγγιζαν τό ένα τό άλλο
χωριστά.
Μέ τον ήλιο τού απογεύματος
ανάμεσα στά σώματα
όταν ο χρόνος μεγάλωνε
ωνειρευόταν αγγίζοντας
χωριστά,
τό χέρι γύρω από τή μέση.
Θυμόταν τίς λιγοστές λάμψεις,
τά απαλά φώτα,
γύρω από τίς ρυτίδες τού αέρα.
Έφευγε καί στεκόταν.
Ήταν ο φόβος καί ο χρόνος
πού έβλεπε πώς υπήρχαν εκεί πού περίμενε
μέ τόν άνεμο από τή θάλασσα
νά τυλίγει τά σώματα
εκεί πού έμεναν τώρα
ανυπόστατα λυγίζοντας.

Thursday, November 23, 2006

ΘΟΡΥΒΟΙ


Θόρυβοι από έμβολα μηχανών
καί ο αέρας από τήν περαστική
κοφτή ανάσα τής πτέρυγας ελικοπτέρου,
σέ χρώματα καφέ καί μαύρα.
Σκιές καί φώτα
στό χέρι πάνω στό μολύβι,
η σκιά πού γλιστρά στόν τοίχο,
τό χώμα πάνω στό πρόσωπο
καί τά βρύα πού κυματίζουν
στή μικρή θαλασσινή περιοχή,
λίγο πιό κάτω από τή μέση.

Sunday, November 19, 2006

ΟΙ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΑΠΛΩΜΕΝΕΣ ΣΕ ΕΝΑ ΣΩΜΑ



Οι αισθήσεις απλωμένες σ'ένα σώμα
όστρακο καί χτένα,
απ'την τρυφερότητα στή διαύγεια
εκεί πού τελειώνει τό εφηβικό κάθισμα.
Απ' τή γαλήνη στή γαλήνη
καί ξανά στή γαλήνη
τών γαλάζιων τραπεζιών καί τού κόκκινου θόλου.
Ευχαρίστηση καί οξύτητα,
σ'ένα μέρος μέ κολώνες όχι όμως καί υπόστυλο.
Η άμμος αφρίζει κάτω από τά πόδια,
τά αλάτια καί η συμφορά τών σκουρόχρομων κόκκων-
εκεί βρίσκεται η απόλαυση.
Μέ τά χέρια τεντωμένα στήν ευχαρίστηση,
τά λιγνά μπράτσα πού τρέχουν οι φλέβες σάν γλυφές
καί τό σπάσιμο τού καρπού σάν νά σέ προκαλεί,
πίσω από τό χάρτινο - χωρίς αίμα -χαμογελαστό πρόσωπο
ξαπλωμένο στήν άμμο.
Νά τό κόψεις μέ ξύλινο ξυράφι
γιά νά χυθεί τό πέτρινο-ξύλινο αίμα
καί νά δείς τί χρώμα έχει.
Αυτό πού είχε πάντα.

ΤΡΥΦΕΡΟΤΗΤΑ ΣΕ ΩΡΕΣ ΑΜΗΧΑΝΗΣ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑΣ




Συναντήθηκαν καί πάλι οί άκριες,
ο Δ συγκρατεί καί κατακερματίζεται
ώρες γεμάτες μάτια πίσω από κουρτίνες,
όπου δέν σού αρμόζει ή παραδοχή.
Χιλιάδες κόκκινα περιστέρια
απογειώθηκαν απ'τό ακρωτήρι
τραβώντας με απ'το μανίκι.

Friday, November 17, 2006

ΣΑΝ ΤΟ ΚΕΡΑΥΝΟ


Ονειρεύτηκα να γίνω μιά ατμομηχανή
μέ θαλασσόνερα σάν φόρεμα στά πλεύρά.
Θά ήθελες μιά καραμέλα ή ένα φλυτζάνι τσάι;
Τά χέρια μου τυφλά αχνίζουν κάτω από τά μάτια σου,
λεπτό φίλημα γύρω στό λαιμό
και τό χώρισμα από τή λύπη
στή λικνιστή σιδερένια γέφυρα μέ τά κόκκινα χρώματα,
- η ώρα πού τό φώς αλλάζει -.
Λυπάσαι;
Αυτοκίνητο στρογγυλό
καί η σκιά του στούς κίτρινους τοίχους.
Είμαι μυτερός
καί πραγματοποιώ μιά κατάδυση
στούς κυκλικούς καί γλυκούς χώρους
τής κοιλιάς σου.
Λατρεύω;
Όρθιος πάνω στά δάκτυλα μέ τά χέρια τεντωμένα
μπροστά καμπυλωτά γερμένα,
καλπάζοντας
τό νερό κοχλάζει στήν τσαγιέρα
τά άκρα από τά δάκτυλά σου
μ'ακουμπούν.
Φωνάζεις;
Τρέμω απ'τήν κούραση καί τή μανία
Διαλέγεις;
Όλη η νύχτα κυλάει σέ χειροφιλήματα
μαλακά χώματα καί ζεστούς κάβους.
Φεύγουμε;

Thursday, November 16, 2006

Η ΦΩΝΗ

Οι ζάντες τών μηχανών
από τίς ρόδες.
Τά αμορτισέρ
πλυντήρια τών ψυχών
μέ χτενισμένα τα μαλλιά
ανορθόγραφα.
Είχε περάσει τό φώς ανάμεσα
από τά κενά.
Διακόπτεται ο ήχος τών γραμμάτων.

Tuesday, November 14, 2006

ΚΑΜΜΕΝΟΣ ΗΛΙΟΣ


Ο καμμένος
ήλιος τού φθινοπώρου
απλώνεται ήρεμος,
ακύμαντος
κάτω από τό δέρμα
κυριεύοντας
τούς αμφιβληστροειδείς χιτώνες
τών ματιών

ΑΠΛΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ


Προσθέτοντας
παλίρροια στα μάτια σου
πάνω στά γυαλιά,
τήν πιό μεστή εποχή τού χρόνου
τέλη Αυγούστου,
κατασκευάζω καινούργια σχέδια
γιά τή μελλοντική κίνηση τών χεριών,
τίς μυρωδιές τών ποδιών,
τίς φτερούγες τών ελικοπτέρων
μέ τούς παλιούς φίλους.
Χώνω τή μύτη μου
σέ χοάνες περίεργες,
τρυπημένους σωλήνες
καί περιμένω.
Αργώ τή νύχτα νά κοιμηθώ
απλώνοντας τό σκοτάδι στό σώμα.
Περιμένοντας νά σκεφτώ
περιμένοντας νά αλλάξω,
ίσως καί νά φύγω.

Monday, November 13, 2006

GIGI NA CARA

Ποθητή τρυφερότητα
πνέοντος ανέμου δυτικού
με τις βραχώδεις ακτές
να παρομοιάζονται
με γαλάζιες πιθανότητες
στιβαρής και εσώκλειστης
όμορφης και ακατέργαστης
γυναικείας παρουσίας,
όπως αυθόρμητα περιέγραψε
δίποδος κόρακας εγκυμονών
τα ερχόμενα
δρομολόγια τών πλοίων.

(Οία-καλοκαίρι-1981)

ΣΤΟ ΜΗΚΟΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ



Η γλυφή του σώματος
η εσοχή της κοιλιάς
το ύψος του γόνατου
το σκέπαστρο του ματιού
η αυγή του στόματος
το παράβολο της επικοινωνίας
η σιωπή από το πρόσωπο
το ρίγος του τελευταίου χαιρετισμού
η ύψωση του ποδιού
η καμπύλη από την πατούσα
το δάκτυλο με το πρόσωπο.
Προσπαθείς να απαντήσεις
χύνοντας ένα φώς
από το άνοιγμα του χαιρετισμού
και το νεύμα γλυστρά
ανάμεσα στά χέρια
κυλάει από τα σώματα
ενώνει τις συσπάσεις.΄
Άν δέν είναι τώρα
ίσως αργότερα
στό μήκος του χρόνου.



(αφιερωμένο σε ΕΚΕΙΝΗ
από πολύ πρίν για πολύ μετά -
την περίμενα από τότε)


Saturday, November 11, 2006

ΜΝΗΜΗ

Εσύ ήσουν εκεί
βλέποντας
το αναρίγισμα του κανενός
φιλτράροντας
τις σκόρπιες κουβέντες.
Μέσα από τα βραδυνά ρούχα
και την ενύπνια ανάσα,
στη φωτοχυσία
του μεγάλου πλοίου
σε ξέχασα
και σε θυμόμουν.

Friday, November 10, 2006

ΘΑΛΑΣΣΑ


Όσες θάλασσες ονειρευόταν και χώριζαν
η κάθε μιά τις επιρροές τους
μέσα στη ψυχή του
μάκραιναν -
μάκραιναν και απομακρύνονταν γυρεύοντας
να γίνουν στίγματα και ατελείωτα προοπτικά
ζωγραφικά μειονεκτήματα.

ΙΝΤΕΡΜΕΔΙΟ


Ηττημένος
αποσύρω τα στρατεύματα μου
-το ιππικό με τις
χρυσοποίκιλτες περικεφαλαίες-
από το πεδίο της μάχης.
Πάντα όμως
υπάρχει κάτι
από το οποίο αρπάζομαι
και ξεκινώ τις νέες επελάσεις
με τα χρωματιστά
ρούχα των στρατιωτών
να ανεμίζουν αστραποβολώντας
στον ήλιο του απογεύματος.

Thursday, November 09, 2006

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ

Το σιγανό μαλακό περπάτημα
στα παπούτσια της ρυθμικής
κάτω από τη μυρωδιά
απογευματινής βροχής.
Η φωνή σάν να δαγκώνεις άγουρο μήλο
και εκείνη η αγκαθωτή απουσία.
Πέντε επίπεδα αδιαφορίας
μέσα στα πέταλα ενός τριαντάφυλλου
όταν περνώντας
από την προσμονή στην κατοχή
συλλογίστηκες για την αγάπη.
Πρόβλημα συμμετρίας στο χώρο.
Ακολουθώντας
τα αυλάκια των τρένων
άσπρισαν τα μάτια μας
από την προσμονή.